Μία ιστορία από το Παγκράτι της Κατοχής
Το ζεύγος θα νιώσει τα περίστροφα της ΟΠΛΑ στο πλευρό του και το αμάξι φυσικά θα κινηθεί σε ένα άγνωστο μέρος. (Εικονογράφηση Γιάννη Αντωνόπουλου).
Η πείνα από το 1941 θερίζει την Αθήνα αλλά και όλη την χώρα. Είναι ο καιρός που όπως λέγεται, σκυλιά και παιδιά παλεύουν στα σκουπίδια για ένα κομμάτι σκουλικιασμένη μπομπότα. Ο κόσμος στρέφεται στο ΕΑΜ που οργανώνει συσσίτια. «Να μην πεθάνει ο λαός» είναι το σύνθημα.
Ο Διεθνής Ερυθρός σταυρός έρχεται σε συνεννόηση με τους Γερμανούς και αποστέλλει στην χώρα το περίφημο τούρκικο πλοίο «Κουρτουλούς» γεμάτο ανθρωπιστική βοήθεια, γεμάτο μαμουνιασμένα άλευρα και όσπρια. Φυσικά η βοήθεια αυτή έχει πληρωθεί στους Τούρκους από τον ελληνικό χρυσό.
Ποιός όμως να πρωτοφάει από μιά πεινασμένη χώρα; Πρώτα πρώτα κλέβαν οι φορτωτές πετώντας τσουβάλια ολόκληρα στην θάλασσα. Δεύτερον κλέβαν οι Γερμανοί τελωνειακοί και οι Έλληνες βοηθοί τους. Τρίτον η υπηρεσία μεταφοράς στις αποθήκες και τέλος οι αποθηκάριοι Γερμανοί και Έλληνες. Μετά, ξεκινούσε το θεάρεστο έργο της διαχείρησης των εναπομείναντων ποσοτήτων. Εκεί γίνονταν όργιο κλεψιάς και μαυραγοριτισμού.
Το ΕΑΜ μπροστά σε αυτή την τραγική κατάσταση εξαγγέλει: «Όποιος πιαστεί να κλέβει ή να πουλάει στην μαύρη αγορά το φαγητό του ελληνικού λαού θα εκτελείται» Φυσικά η απόφαση αφορούσε τους συνεργάτες των Γερμανών στις προαναφερθείσες υπηρεσίες και τους μαυραγορίτες.
Ένα βράδυ λοιπόν, η ΟΠΛΑ ζωγραφίζει το ρολόι στις 12 παρά δέκα στο σπίτι ενός τελώνου στο Παγκράτι. Ο τελώνης είχε κατηγορηθεί από κατοίκους της περιοχής ότι κράταγε για τον εαυτό του μεγάλες ποσότητες τροφίμων και πούλαγε σε μαυραγορίτες ότι του περίσσευε. Το πρωί της ερχόμενης βλέπει εκείνος το σήμα της ΟΠΛΑ και παίρνει αμέσως της Γκεστάπο. Τους ειδοποιεί ότι εάν δεν σπεύσουν να τον βοηθήσουν θα εκτελεστεί από την ΟΠΛΑ. Εκείνοι ακούγονται καθησυχαστικοί. Όμως η ΟΠΛΑ το έχει προβλέψει αυτό, οπότε ένα αμάξι με τέσσερις άνδρες με παλτά εμφανίζεται στην πόρτα του τελώνη και του χτυπά. «Πολιτσάι όφνεν ζι μπίτε» του λένε και εκείνος σπεύδει να ανοίξει. Οι κύριοι της Γκεστάπο τον παρακαλούν να περάσει μετά της συμβίας του στο αυτοκίνητο για να πάνε στην «Γκρας Κομαντάντ». Το ζεύγος θα νιώσει τα περίστροφα της ΟΠΛΑ στο πλευρό του και το αμάξι φυσικά θα κινηθεί σε ένα άγνωστο μέρος. Στους δύο υπόδικους θα φορεθούν κουκούλες για να μην βλέπουν που πάνε.
Το αυτοκίνητο σταματά στα στενά του πεντάγωνου σε ένα σπιτάκι. Εκεί ο θρυλικός Μανώλης Σιγανός, απόφοιτος της ιατρικής μέλος του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ τους περιμένει. Αυτοί λιποθυμούν. Ο Σιγανός τους συνεφέρει με ηρεμία.
_ « Εχουν καταδώσει;» ρωτάει.
_« Δεν έχουμε τέτοιο στοιχείο. Κλέβουν αβέρτα όμως μαζί με τους γκεσταπίτες».
Ο Σιγανός τους ρωτάει αυστηρά:
_«Δεν έχετε δει τα παιδάκια που πεθαίνουν στους δρόμους; Πόσα από αυτά πήρατε στο λαιμό σας;»
_«Δεν θα ξανασυμβεί» του απαντά το τελώνης
_«Και την Γκεστάπο θα την ξαναπάρετε;»
_«Ποτέ πασά μου άσε μας να σου φιλήσουμε τα πόδια» Ο γιατρός τραβιέται και τους ανταπαντά: _«Αφήστε τα πασά μου και τα πόδια μου ήσυχα, είναι πιό καθαρά από το σάλιο σας»
Ο γιατρός Σιγανός ανακαθίζει και τους ρωτάει:
«Κάποιος από εσάς πουλάει Εβραίους στους Γερμανούς. Τους πουλάει φούμαρα ότι θα τους περάσει στην Τουρκία για 20 λίρες το κομμάτι και μετά τους δίνει στα Ες Ες» O τελώνης ασπρίζει γιατί ξέρει το όνομα. Ο Σιγανός οπλίζει αργά ένα περίστροφο. «Το ξέρω ότι τον ξέρετε και δεν έχετε ούτε ένα λεπτό να μου πείτε ποιός είναι.». Ο τελώνης πέφτει στα γόνατα και του λέει το όνομα. Ο Σιγανός του επιβιβάζει ξανά στο αμάξι και τους στέλνει σπίτι τους. Ο τελώνης σταμάτησε την δράση του αυτή και δεν ξαναμπλέχτηκε με τους Γερμανούς.
Πηγή: kokkinosfakelos.blogspot.com
Ο γιατρός της Αντίστασης Μανώλης Σιγανός
Φωτογραφία από το Αρχείο του ΚΚΕ
Ο Μανώλης Σιγανός γεννήθηκε στο Σκαλάνι της Κρήτης το 1904 από οικογένεια τσιφλικάδων. Μπήκε στην Ιατρική του Πανεπιστημίου της Αθήνας το 1922. Το 1925 πέθανε η μητέρα του από φυματίωση (μάστιγα της εποχής) στην Αθήνα κι εκείνος ορκίζεται να γίνει φυματιολόγος. Η ιατρική του ταυτότητα: 695/12 στις 15-10-1946 αναφέρει ότι τελείωσε τις ιατρικές του σπουδές στις 20-12-1929.
Στη δικτατορία του Μεταξά (4-8-1936) συλλαμβάνεται στην Αθήνα ως στέλεχος του ΚΚΕ και καταλήγει στις φυλακές της Ακροναυπλίας.
Γερμανοκρατούμενος πια ακροναυπλιώτης, αφού η Ελληνική κυβέρνηση παρέδωσε τους πολιτικούς κρατουμένους στο Γερμανό κατακτητή, δραπετεύει στις 14 Ιουλίου 1942 από τη Σωτηρία. Εντάσσεται αμέσως στον ΕΛΑΣ Αθήνας και γίνεται καπετάνιος της Β’ ταξιαρχίας του Α’ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ.
Τον Ιούνη του 1944, τραυματισμένος από τους Γερμανούς συλλαμβάνεται από Τσολιάδες στο δάσος του Φιλοπάππου. Παρά τα βασανιστήρια, εκμεταλλεύεται τη σύντομη παραμονή του στο αναρρωτήριο για να δραπετεύσει για δεύτερη φορά τον Αύγουστο.
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, φυλακίζεται, υποβάλλεται σε βασανιστήρια ενώ παραμένει στη φυλακή, με μικρά διαλλείματα ελευθερίας, μέχρι το 1964.
Την 1η μέρα της Δικτατορίας του 1967 συλλαμβάνεται ξανά και μεταφέρεται στη Γυάρο και στο Παρθένι της Λέρου απ’ όπου περίπου ένα χρόνο μετά, επιτέλους ελευθερώνεται λόγω βαρύτατης μορφής καρδιοπάθειας.
Στις 7 Ιουνίου του 1972 πέθανε στο πάρκο του Ζαππείου από κρίση στηθάγχης.
Πηγή: Εφημερίδα «Πατρίς» Ηρακλείου 28/01/2003