Γράφει ο Σπύρος Τζόκας,
Πανεπιστηµιακός – Συγγραφέας
Προσφυγικές σκηνές κατά τη δηµιουργία του Συνοικισµού (1923) Αρχεία ΚΕΜΙΠΟ.
Ο Νικόλαος Bαρκάτζας με τη στολή και τα παράσημά του.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 1922: «Όλοι οι Έλληνες στην Ελλάδα, όλοι οι Τούρκοι στην Τουρκιά… θρήνος σηκώθηκε μέσα στο χωριό. Δύσκολα, πολύ δύσκολα, ξεκολάει η ψυχή από τα γνώριμά της νερά κι από τα χώματα… Μας ξεριζώνουν! Ανάθεμα τους αιτίους! Ανάθεμα τους αιτίους! Σήκωσε ο λαός τα χέρια στον ουρανό, σήκωσε βουή μεγάλη: Ανάθεμα τους αιτίους! Κυλίστηκαν όλοι χάμω, φιλούσαν το μαλακωμένο από τη βροχή χώμα, το’ τρίβαν στην κορφή του κεφαλιού τους, στα μάγουλα, στο λαιμό, έσκυβαν, το ξαναφιλούσαν». (Νίκος Καζαντζάκης).
Η τραγωδία και ο ξεριζωμός από τα πανάρχαια χώματα της Ιωνίας. Η βίαιη εκρίζωση των ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. 1.500.000 περίπου πρόσφυγες προσδοκούσαν την άμεση και οργανωμένη βοήθεια του κράτους για να σταθούν στα πόδια τους.
Οι αίτιοι της συμφοράς όχι μόνον λούφαζαν, αλλά ακόμα μηχανορραφούσαν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα λίγο πριν την αναχώρηση από τη Σμύρνη των ελληνικών υπηρεσιών και ενώ το μέτωπο είχε σπάσει, όταν ο νεαρός πολιτικός Γεώργιος Παπανδρέου ενημερώνεται από τον Στεργιάδη για την επερχόμενη καταστροφή. Στην ερώτηση του Παπανδρέου «Γιατί δεν ειδοποιείτε τον κόσμο να φύγει;», ο Στεργιάδης απαντά κυνικά: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ γιατί αν πάνε στην Αθήνα θα ανατρέψουν τα πάντα»” Και η «υποδοχή» στην μητέρα Ελλάδα ανάλογη: «Οι Τούρκοι μας έδιωξαν σαν Έλληνες και οι Έλληνες μας δέχτηκαν σαν Τούρκους». Αυτό χαρακτηρίζει τις εφιαλτικές στιγμές της υποδοχής.
Ο συνοικισµός της Καισαριανής (5/10/1924) Αρχεία ΚΕΜΙΠΟ.
Καισαριανή 1923. Μια πόλη γεννιέται σε μια δύσβατη βραχώδη, δασώδη και ερημική περιοχή. Τη διέσχιζε ο Ηριδανός, ο οποίος χυνόταν στον ποταμό Ιλισσό, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την άφθονη βλάστηση και την πλούσια πανίδα. Η τοποθεσία είχε τέτοια όψη, που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να προβλέψει ότι θα ήταν κατοικήσιμη και, πολύ περισσότερο, ότι θα μετατρεπόταν σ’ ένα όμορφο συνοικισμό. Τότε εγκαταστάθηκαν πρόχειρα σε σκηνές 8.000 περίπου πρόσφυγες από την Μικρά Ασία που στην πλειονότητά τους προέρχονταν από τα Βουρλά ή Βρύουλα και από το Σιβρισάρι. Τον Μάιο του 1923 αρχίζει η οικιστική φάση στην πόλη.
Κυριάκος Βαρκάτζας: Ο πατέρας του Νικολάου.
Ο Νικόλαος Βαρκάτζας σε νέα ηλικία.
Πότε και πως άρχισαν αυτά και ποιοι ήταν οι αφανείς ήρωες; Από τη μοναδική γραπτή πηγή για τη γέννηση της Καισαριανής πληροφορούμαστε κάποια αρχική ημερομηνία. Ο Παναγιώτης Σταμπούλος γεννημένος στα Βουρλά το 1901 ήταν από τους πρώτους «σκηνίτες» της περιοχής γύρω από το Νοσοκομείο Συγγρού. Στο προσωπικό του ημερολόγιο γράφει μεταξύ άλλων: «Φθάσαμε εις το Λοιμοκαθαρτήριο Άγιος Γεώργιος, πρωί 25ης Μαΐου 1923 και εις τον Πειραιά το μεσημέρι. Πρώτη φορά έρχομαι εις την Ελλάδα…… Ήταν ημέρα απογνώσεως και απελπισίας για εμένα… Πλησίασα την πύλη των ανακτόρων, εκεί ένας-δυο στρατιώτες έπαιρναν οδηγίες από έναν υπολοχαγό. Με κατάπληξη αναγνώρισα εις το πρόσωπό του τον συμπατριώτη μου και συμμαθητή του αδελφού μου Ευτύχιου, Νικόλαο Βαρκάτζα. Κι αυτός με γνώρισε, μου είπε πως πριν από λίγη ώρα έδωσε εις τον πατέρα μου δυο σκηνές κωνικές, μαζί και δυο στρατιώτες για να τις στήσουν εις την περιοχή του Νοσοκομείου Συγγρού για να στεγαστεί αυτός και η χήρα Πηνελόπη Ψυχαλία με τον πατέρα της, Ν. Μπαμπούλη, με τα εγγόνια του. Και πάλι μου έδωσε ένα στρατιώτη για να φθάσω εις τον ερημότοπο του πρόχειρου καταυλισμού. Ο υπολοχαγός Νίκος Βαρκάτζας από τότε, όλο και μάζευε Βουρλιώτες από τους δρόμους της Αθήνας και τους κουβαλούσε πρόχειρα μέσα σε σκηνές. Έτσι δημιουργήθηκε ο πρώτος εις την Αθήνα, προσφυγικός συνοικισμός (Συγγρού-Καισαριανής)……».
Ποιος ήταν, λοιπόν, ο Νικόλαος Βαρκάτζας, ό οποίος κόντρα στο κλίμα της εποχής βοήθησε σημαντικά τους ταλαιπωρημένους πρόσφυγες που είχαν καταυλισθεί στην πλατεία Συντάγματος; Ποιος ήταν ο υπολοχαγός που «μάζευε Βουρλιώτες από τους δρόμους της Αθήνας και τους κουβαλούσε πρόχειρα μέσα σε σκηνές»; Ποιος ήταν αυτός που πρωτοστάτησε να δημιουργηθεί «ο πρώτος εις την Αθήνα, προσφυγικός συνοικισμός (Συγγρού-Καισαριανής)»;
Μερικά από τα παράσημά του Βαρκάτζα. Ξεχωρίζει το σμαλτωμένο με λευκό σμάλτο, Χρυσό Αριστείο Ανδρείας.
Ο υπολοχαγός Νικόλαος Βαρκάτζας που σύμφωνα με τον Παναγιώτη Σταμπούλο, αλλά και άλλες προφορικές μαρτυρίες, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη δημιουργία του προσφυγικού συνοικισμού στην Καισαριανή έχει τη δική του ιστορία, η οποία αξίζει να μνημονεύεται, έστω και καθυστερημένα, έστω και αργά. Είναι μια ιστορία που συμπορεύεται με τον ξεριζωμό, την τραγωδία της προσφυγιάς, την προσμονή και τη νέα φωτιά και τον δεύτερο μεγάλο πόλεμο στα αποκαϊδια του προηγούμενου.
Ο Νικόλαος Βαρκάτζας γεννήθηκε το 1891 στα Βουρλά και πέθανε το 1964 στη Αθήνα. Όταν ολοκλήρωσε τις βασικές σπουδές του, έδωσε εξετάσεις επιτυχώς στη σχολή Ευελπίδων και ήλθε στην Ελλάδα. Στη συνέχεια κατατάχθηκε στον ελληνικό στρατό και πολέμησε τόσο στους Βαλκανικούς πολέμους, όσο και στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Τιμήθηκε με παράσημο ανδρείας για την παλικαριά του στους πρώτους βαλκανικούς πολέμους. Το σπάνιο παράσημο αυτό εικονίζεται στη φωτογραφία και είναι το πρώτο από αριστερά. Η συλλογή των παρασήμων για την πατριωτική προσφορά και την ανδρεία του Βαρκάτζα είναι μεγάλη, γεγονός που αναδεικνύει την πατριωτική δράση του και την αυταπάρνηση του για την πατρίδα.
Το 1919 επέστρεψε με τον ελληνικό στρατό στην Μικρά Ασία και συνέχισε την πολεμική δράση. Μετά την καταστροφή συμμετείχε στην εδραίωση της επαναστατικής κυβέρνησης. Από τη θέση αυτή προσέφερε σημαντική βοήθεια στους ταλαιπωρημένους πρόσφυγες και ιδιαίτερα στους Βουρλιώτες που τους γνώριζε. Οι συνεχείς πολιτικές αναταράξεις του μεσοπολέμου, τα διαρκή πραξικοπήματα, οι εντάσεις και τα πάθη δεν άφησαν ανέγγιχτο τον Βαρκάτζα. Αντίθετα τον ταλαιπώρησαν ιδιαίτερα. Η δράση του στην επαναστατική κυβέρνηση ήταν η αιτία της εκδίωξης του από το στράτευμα. Αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές για να επιβιώσει και τα κατάφερε μέχρι την επάνοδο του στο στράτευμα. Στο διάστημα αυτό παντρεύτηκε την Αθηνά και με τη γυναίκα αυτή υιοθέτησε μια κόρη, την Κατερίνα.
Ο Νικόλαος Βαρκάτζας (με το καπέλο δεξιά), στο άλογο κάθεται η κόρη του Καίτη (υιοθετημένη), ενώ η κυρία με το καπέλο είναι η πρώτη του γυναίκα, Αθηνά.
Ο Νικόλαος Βαρκάτζας με φίλους. Αριστερά η κυρία που κάθεται σταυροπόδι είναι η δεύτερη γυναίκα του Ευγενία και δεξιά το μωρό είναι η υιοθετημένη κόρη του, Πηνελόπη.
Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες ήταν υποψήφιος στο συνδυασμό του πρώτου δημάρχου της Καισαριανής Σούλιου το 1934. Στην κατοχή συνεχίζει την πατριωτική του δράση και στρατεύεται με τον ΕΛΑΣ. Το 1942 παντρεύεται για δεύτερη φορά την Ευγενία Σακαλή και υιοθετεί την μόλις 6 μηνών Πηνελόπη.
Ο Νικόλαος Βαρκάτζας πέρασε δύσκολα χρόνια. Αυτός που ουσιαστικά δημιούργησε τον συνοικισμό, έζησε μέρος της ζωής του στο ενοίκιο και αργότερα απέκτησε σπίτι στο Βύρωνα το οποίο το κληρονόμησε η κόρη του Κατερίνα. Συνέχιζε να ταλαιπωρείται σε διάφορες δουλειές για την επιβίωση του, ακόμα και στην αγορά, στην ταμειακή μηχανή όπου τον έβαλε ο άντρας της πρώτης γυναίκας του.
Στη δεκαετία του 50 αποκαταστάθηκε επιτέλους και όπως του άξιζε στο ελληνικό στράτευμα.
Στη δεκαετία του 50 αποκαταστάθηκε επιτέλους και όπως του άξιζε στο ελληνικό στράτευμα. Από την θετή του κόρη Πηνελόπη απέκτησε τρία εγγόνια, την Ευγενία, τον Νίκο και τον Μανώλη. Πέθανε το 1964 και κηδεύτηκε ως συνταγματάρχης στην Παναγίτσα και θάφτηκε στην Καισαριανή.
Πέθανε παραμελημένος, χωρίς καμία τιμή για τη συμβολή του στην Καισαριανή το 1964.