Άρθρο Σπύρου Τζόκα: 25 Μαΐου 1923. Η γέννηση της Καισαριανής

0Shares

Ο συνοικισμός της Καισαριανής (5/10/1924) Αρχεία ΚΕΜΙΠΟ.

Γράφει ο Σπύρος Τζόκας, Πανεπιστημιακός – Συγγραφέας

 

25 Μαΐου 1923. Η γέννηση μιας συνοικίας που θα γράψει τη δική της ιστορία….. το  όνομα της από το ιστορικό Μοναστήρι της περιοχής, από τη Μονή Καισαριανής. Η ημερομηνία αυτή καταγράφεται στο ημερολόγιο του Παναγιώτη Σταμπούλου, που γεννήθηκε στα Βουρλά το 1901 και   ήταν από τους πρώτους «σκηνίτες» της περιοχής γύρω από το Νοσοκομείο Συγγρού. Κάποιες άλλες μαρτυρίες από την προφορική Ιστορία, που κινδυνεύει να χαθεί όπως η μνήμη, λένε  ότι η περιοχή κατοικήθηκε από τις αρχές του 1923. Ωστόσο αυτή η διαφορά μικρή σημασία έχει για την Ιστορία του συνοικισμού. Το σημαντικό έχει να κάνει με τα  γεγονότα, αφενός,  που σημάδεψαν το μικρό αυτό συνοικισμό και του προσέδωσαν περίοπτη θέση στην ιστορία και με την γέννηση, αφετέρου, ενός προσφυγικού συνοικισμού που λειτουργεί σαν μια μικρογραφία ενός συνόλου  που ήρθε από τη Μ. Ασία το 1922.

Ο Παναγιώτης Σταμπούλος ταξίδεψε μαζί με άλλους σε ένα  ατμόπλοιο για Πειραιά με ψευδώνυμο Δημήτριος Λεφάκης, Το πραγματικό του όνομα το αποκάλυψε, όταν το πλοίο είχε περάσει στην Ελλάδα.    Όταν, λοιπόν, φτάσανε στο Λοιμοκαθαρτήριο Άγιος Γεώργιος, στον Πειραιά ήταν σχεδόν απόγευμα.  Στη συνέχεια στον  Ηλεκτρικό Σταθμό του Μοσχάτου, από εκεί μέχρι το Μοναστηράκι και  ρωτώντας βρεθήκανε  στην πλατεία των Παλιών Ανακτόρων.

Πρόσφυγες μπροστά στα Παλαιά Ανάκτορα. Αθήνα 1922. Αρχείο Αμερικανικού Ερυθρού Σταυρού Library of Congress

Ο Παναγιώτης Σταμπούλος αφηγείται: «Πλησίασα την πύλη των ανακτόρων, εκεί ένας-δυο στρατιώτες έπαιρναν οδηγίες από έναν υπολοχαγό. Με κατάπληξη αναγνώρισα εις το πρόσωπό του τον συμπατριώτη μου και συμμαθητή του αδελφού μου Ευτύχιου, Νικόλαο Βαρκάτζα. Κι αυτός με γνώρισε και μου είπε πως πριν από λίγη ώρα έδωσε εις τον πατέρα μου δυο σκηνές κωνικές, μαζί και δυο στρατιώτες για να τις στήσουν εις την περιοχή του Νοσοκομείου Συγγρού για να στεγαστεί αυτός και η χήρα Πηνελόπη Ψυχαλία με τον πατέρα της, Ν. Μπαμπούλη, με τα εγγόνια του. Και πάλι μου έδωσε ένα στρατιώτη για να φθάσω εις τον ερημότοπο του πρόχειρου καταυλισμού».

Ο υπολοχαγός Νικόλαος Βαρκάτζας. Αρχείο Τζόκα.

Και συνεχίζει «Η ημέρα 25 Μαΐου 1923, είχε πια γείρει, όταν φθάσαμε στην περιοχή. Οι πρώτοι κάτοικοι του καταυλισμού είναι οι σκηνίτες, Σταμπούλος και Μπαμπούλης. Από εδώ αρχίζει και η ιστορία του Δήμου Καισαριανής. Ο ανθυπολοχαγός Νίκος Βαρκάτζας από τότε, όλο και μάζευε Βουρλιώτες από τους δρόμους της Αθήνας και τους κουβαλούσε πρόχειρα μέσα σε σκηνές. Έτσι δημιουργήθηκε ο πρώτος εις την Αθήνα, προσφυγικός συνοικισμός (Συγγρού-Καισαριανής)».

Προσφυγικές σκηνές κατά τη δημιουργία του Συνοικισμού (1923) Αρχεία ΚΕΜΙΠΟ.

Η πρόσφυγας Τερψιθέα Σχίζα με τα παιδιά της. Αρχεία ΚΕΜΙΠΟ.

Η εικόνα της Καισαριανής τότε δεν ήταν ιδιαίτερα θελκτική για κατοικία και ίδρυση συνοικισμού. Η τοποθεσία ήταν βραχώδης, δασώδης και ερημική. Τη διέσχιζε δε ο Ηριδανός, ο οποίος χυνόταν στον ποταμό Ιλισσό, με αποτέλεσμα την άφθονη βλάστηση και την πλούσια πανίδα. Αναφορικά με τους κατοίκους, στην απογραφή του 1911 έφθαναν μόλις τα 11 άτομα. Ο μοναδικός, όμως,  μόνιμος κάτοικος της περιοχής που αναφέρεται ήταν ο οπλαρχηγός Έξαρχος ο οποίος είχε την κατοικία του εκεί που βρίσκεται σήμερα το ξενοδοχείο «Κάραβελ». Το σπίτι του Έξαρχου διατηρήθηκε μέχρι τη δεκαετία του 1970. Η περιοχή της Καισαριανής που δεν ήταν βοσκότοπος χρησιμοποιούνταν, κατά κύριο λόγο, από το στρατό, αλλά εξυπηρετούσε και ανάγκες του κράτους. Συγκεκριμένα, στην περιοχή  Αγ. Νικολάου υπήρχαν στρατιωτικές εγκαταστάσεις και τρεις κρατικές φαρμακαποθήκες. Στην ίδια περιοχή, επίσης, ήταν οι στάβλοι για τα άλογα της ανακτορικής φρουράς. Το Νοσοκομείο Συγγρού, το οποίο ήταν δωρεά του κεφαλαιούχου του παροικιακού ελληνισμού Ανδρέα Συγγρού, συμπλήρωνε την εικόνα της περιοχής. Το νοσοκομείο αυτό αποπερατώθηκε το 1919, με επίβλεψη του αρχιτέκτονα Αν. Μεταξά και χρησίμευε για τη θεραπεία απόρων που έπασχαν από αφροδίσια νοσήματα. Στην επάνω πλευρά της Καισαριανής, προς το μοναστήρι, ήταν εγκατεστημένη η στρατιωτική μονάδα του χημικού πολέμου, ενώ στην περιοχή του Βλητικού σταθμού στο ύψος του σημερινού νεκροταφείου) υπήρχαν στρατώνες.

  Οι κυνηγημένοι από τις πατρογονικές τους εστίες πρόσφυγες, που καταυλίστηκαν πρόχειρα στο Σύνταγμα και αναζητούσαν  βοήθεια για να σταθούν στα πόδια τους, αντιμετώπισαν και την απροσδόκητη εχθρότητα των ντόπιων. Λίγους μήνες πριν την εγκατάσταση,  πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Βραδινής», στις 3 Δεκέμβρη του 1923, φιλοξενούσε άρθρο, υπογεγραμμένο από συντάκτη με ψευδώνυμο, Πρωτέας, το οποίο έδινε ένα κακό μήνυμα στους ελλαδίτες.   Το κατάπτυστο και ρατσιστικό αυτό άρθρο με τίτλο «Αφγανιστανούπολις», υποστήριζε πως σε τέτοια είχαν μετατρέψει οι μικρασιάτες πρόσφυγες την Αθήνα. Ούτε καν Έλληνες τους θεωρούσαν. «Οι τουρκόσποροι με τους ναργιλέδες που μας φορτωθήκανε!» Έλεγαν.

   Στο άρθρο αυτό, αλλά και σε άλλα,  οι πρόσφυγες ήταν ξένο σώμα. Τόσο αυτοί όσο  κι οι συνοικισμοί τους περιγράφονταν σαν κάτι ολοκληρωτικά ξένο από την «αυθεντικά ελληνική» κοινωνία των γηγενών, σαν «εισβολείς» που έχουν έρθει να καταστρέψουν τον «ελληνικό τρόπο ζωής» της παραδοσιακής «μικράς πλην εντίμου» Ελλάδας. Οι πρόσφυγες ήταν αντιμέτωποι με το διάχυτο ρατσισμό μιας μεγάλης μερίδας της «γηγενούς» κοινωνίας. Ο «Τύπος» πρωτοστατούσε στη διαρκή αναζωπύρωση του ρατσισμού. Η προσφυγιά δαιμονοποιούταν  συχνά σαν αιτία κάθε κακού, από την οικονομική δυσπραγία του μεσοπολεμικού δημοσίου που «τους φορτώθηκε» ή την «έκρηξη της εγκληματικότητας», μέχρι την αυξημένη ανεργία των ντόπιων, το ρόλο τους σαν φτηνός «εφεδρικός στρατός» στη διάθεση των εργοδοτών ή σαν όργανα νοθείας των εκλογών, ακόμη και σαν παρακρατικοί τραμπούκοι. Γκιαούρηδες ή Ρωμιοί στη Μικρασία, Τούρκοι ή Τουρκόσποροι στην Ελλάδα. Ήταν οι Τουρκόσποροι, οι γιαουρτοβαφτισμένοι, οι ογλούδες, οι πρόσφυγκες, οι Σμυρνιές και οι παστρικές. Οι αντιλήψεις αυτές ενθαρρύνουν ακραίες συμπεριφορές.   Ρατσιστικές πρακτικές αναδύονταν, όπως η απαίτηση φασιστικών ομάδων να επιβληθεί στους πρόσφυγες διακριτικό σήμα, για να τους αναγνωρίζουν οι Έλληνες και να τους αποφεύγουν. 

   Στις συνθήκες αυτές γεννήθηκε η Καισαριανή. Το σχέδιο για την Καισαριανή, αλλά και για τις άλλες προσφυγουπόλεις δεν ήταν τυχαίο. Ο προσφυγικός κόσμος εγκαταστάθηκε στις παρυφές της Αθήνας, στις παρυφές του κέντρου, και χρησιμοποιήθηκε ως φτηνή εργατική δύναμη. Οι κάτοικοι της Καισαριανής  αρχίζουν έναν αγώνα επιβίωσης. Οι άνθρωποι αυτοί δεν ποιούνται την ανάγκη αρετή, όπως συχνά γίνεται αλλά εξεγείρονται ενάντια στη μοίρα τους. Ο τιτάνιος αγώνας τους συνδέθηκε με τα ιστορικά γεγονότα του τόπου, δημιούργησε συνειδήσεις, ιδεολογίες και, τελικά, επέδρασε στην ταυτότητα, στη φυσιογνωμία της πόλης.  Ο προσφυγικός κόσμος που εγκαταστάθηκε στην Καισαριανή ήταν ομοιογενής, αναφορικά με το τόπο προέλευσης, σφυρηλατημένος στην έννοια της μικρής, συλλογικής κοινωνίας.

   Στο πολιτικό επίπεδο οι μικρασιάτες πρόσφυγες, ήταν ακόμα βενιζελικοί με επιφυλάξεις και κρατήματα.  Ήταν πάντα αντιβασιλικοί.   Το κύκνειο άσμα της υποστήριξης του Βενιζέλου ήταν οι εκλογές του 1928. Γρήγορα ο προσφυγικός ελληνισμός θα άλλαζε πολιτικό στρατόπεδο. Η  μεταστροφή αυτή φάνηκε στις επόμενες εκλογές, το 1933, όπου οι προσφυγικές συνοικίες της Αττικής έδωσαν πρωτόγνωρα υψηλά ποσοστά για την εποχή στο ΚΚΕ, που ξεπερνούσαν το διψήφιο νούμερο!!! Μεταξύ των συνοικιών αυτών και η Καισαριανή.  Οι μικρασιάτες πρόσφυγες κατάλαβαν ποιοι ήταν οι φίλοι και ποιοι ήρθαν ντυμένοι σαν φίλοι. Και τότε το καθεστώς θορυβήθηκε. Και άρχισαν τα όργανα:  τα ιδιώνυμα, οι φυλακίσεις, λίγο αργότερα οι εξορίες, οι Μανιαδάκηδες, ο Αϊ Στράτης και η Ακροναυπλία και ο κατασκευασμένος κομμμουνιστικός κίνδυνος.

   Η κοινωνικοπολιτική θέση, συνεπώς,  των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Καισαριανή προκύπτει από τα γεγονότα μιας ιστορικής διαδρομής. Στην ιστορική αυτή διαδρομή ενυπάρχουν το δημοκρατικό φρόνημα των Μικρασιατών, το αντιβασιλικό μένος που οξύνθηκε από τους εγκληματικούς χειρισμούς στη Μικρασιατική τραγωδία και το φρόνημα που σφυρηλατήθηκε στις δύσκολες συνθήκες εγκατάστασης  και ζωής των προσφύγων. Στην περίοδο του μεσοπολέμου η Καισαριανή δημιούργησε μια δομή  διαφορετική απ’ αυτή που της επεφύλαξε η άρχουσα τάξη. Οι πρόσφυγες της Καισαριανής, στην πλειονότητά τους εργάτες, διαμόρφωσαν μια λαϊκή κουλτούρα, που ήταν σαφώς απέναντι από την άρχουσα, την αστική.    Το ριζοσπαστικό αυτό στοιχείο της φυσιογνωμίας της πόλης καταγράφεται από τα πρώτα χρόνια της εγκατάστασής τους, μεγαλουργεί στους εθνικούς και δημοκρατικούς αγώνες της δεκαετίας του 1940 και κορυφώνεται στους κοινωνικούς μεταπολεμικούς αγώνες της πόλης.

   Έτσι, λοιπόν, η Ιστορία  της Καισαριανής από τη γέννησή της, που είναι προϊόν ιστορικής συγκυρίας, τη χωροθέτησή  της, που είναι αποτέλεσμα ιδεολογικών και οικονομικών επιλογών, την κοινωνικοπολιτική της ένταξη, που είναι αποτέλεσμα της κοινωνικής και πολιτικής θέσης των κατοίκων της και την μακρόχρονη αγωνιστική  πορεία της, γίνονται ολοένα και πιο δυσανάγνωστες τόσο στο ανθρώπινο περιβάλλον, όσο και στο κτισμένο περιβάλλον. Η αλλοίωση, συνεπώς,   της φυσιογνωμίας της πόλης ή και η πλαστογράφηση της στους αδιάφορους και πονηρούς καιρούς μας χτυπάει κόκκινο. Και, όμως, η Καισαριανή είναι μια συνοικία με ιστορία και η διαφύλαξή της μπορεί να είναι περισσότερο σημαντική από το όποιο εκσυγχρονιστικό έργο. Ας το προσέξουμε.

Το πρώτο λεωφορείο που εκτελούσε τη διαδρομή Ακαδημία – Καισαριανή. Αρχεία Χρηστ. Γλυμακόπουλου – ΚΕΜΙΠΟ.

Η λεωφόρος Καισαριανής (μετέπειτα Εθνικής Αντίστασης) κατά την Απελευθέρωση (1944) Αρχείο Στέργιου Γκιουλάκη – Όμορφη Καισαριανή

Προσφυγικά παραπήγματα στην Καισαριανή, 1945-1946. Φωτογράφος: Βούλα Παπαϊωάννου, Μουσείο Μπενάκη.

Εξωτερικό και εσωτερικό προσφυγικής οικίας. Καισαριανή 1950-51. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών.