Ο αείμνηστος, κυριολεκτικά, Σαράντης Μολυνδρής, μια εμβληματική φυσιογνωμία για την Καισαριανή, μου ήρθε στο μυαλό, διαβάζοντας την καταγγελία του Μικρασιατικός Σύλλογος Καισαριανής «98 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ».
Όλα άρχισαν το 2004. Στην αρχή συγκεντρώθηκαν κάποιες υπογραφές. Δεν ήμασταν πολλοί. Αν θυμάμαι καλά, γύρω στους 25….ίσα – ίσα για το Πρωτοδικείο. Ωστόσο το εγχείρημα ξεκίνησε. Ένας ενωτικός σύλλογος Μικρασιατών. Πρώτη φορά στην Καισαριανή. Έλειπε. Στη συνέχεια συντάχθηκε το καταστατικό και εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο. Ο Σαράντης Μολυνδρής πρωτοστάτησε να δημιουργηθεί στην Καισαριανή ο μικρασιατικός σύλλογος που θα ένωνε και θα συγκέντρωνε τους Καισαριανιώτες. Ένα ομολογουμένως δύσκολο εγχείρημα. Σιγά-σιγά, δειλά-δειλά, οι Μικρασιάτες της Καισαριανής άρχισαν να στηρίζουν το Σύλλογο.. Μαζεύονταν. Τους άρεσε. Ο Σαράντης μαζί με άλλους προσπάθησαν να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, για να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Έτσι απλά δημιουργήθηκε το 2005 ο Μικρασιατικός Σύλλογος.
Το πρόσωπο του Σαράντη έγινε κατά κάποιο τρόπο και το πρόσωπο της Καισαριανής. Στο ίδιο πρόσωπο ο κυνηγημένος πρόσφυγας της Μικράς Ασίας στο ίδιο πρόσωπο με τον κυνηγημένο της Κατοχής και τον αγωνιστή της εθνικής αντίστασης, στο ίδιο πρόσωπο με τον Αριστερό του εμφυλίου πολέμου, στο ίδιο πρόσωπο με τον εξόριστο και τον δεσμώτη της μετεμφυλιακής εποχής, στο ίδιο πρόσωπο με τον αγωνιστή της ύστερης και της σημερινής περιόδου. Ένα πρόσωπο, μια φυσιογνωμία.
«Ο μικρασιατικός σύλλογος Δήμαρχε πρέπει να είναι αυτοκόλλητος – σιαμαίος με την εκάστοτε Δημαρχία. Είναι το φυσιογνωμικό στοιχείο της Πόλης και ο Δήμαρχος έχει υποχρέωση να αναδεικνύει και να προστατεύει την ταυτότητα της Πόλης.» ήταν τα σοφά λόγια του Σαράντη Μολυνδρή σε μένα που τότε ήμουν Δήμαρχος.
Έτσι με μάλωνε σε κάθε δισταγμό μου να παρέξω τη συνδρομή του Δήμου στους σχεδιασμούς του Συλλόγου. Και σχεδιάσαμε πολλά. Μερικά τα υλοποιήσαμε. Ο Μικρασιατικός σύλλογος μεγαλούργησε και συγκέντρωνε πολλούς ανθρώπους. Τις δικές μας μικρασιατικές τσικνοπέμπτες δεν τις χωρούσε το Δημαρχείο. Ο χώρος φάνταζε ελάχιστος. Η γιορτή και το γλέντι θύμιζε Καισαριανή.
Και όταν μαλώναμε εκείνος ήταν πάντα άρχοντας. Μονιάζαμε σαν μια οικογένεια. Τα λόγια σου βάλσαμο:
«Καλά άστα αυτά» μου έλεγε ο Μικρασιάτης άρχοντας, « Έλα το βραδάκι… έχω και τα εφόδια εδώ»
«Εγώ θα φέρω το μεζέ» του έλεγα..
Και στηνόταν το τραπεζάκι με το μεζέ…. Μοσχοβολούσε ψαράκι, ντομάτα και ελίτσες… μια μουσική ξεχύνονταν στους δρόμους. Μια ανάσα.
Μην μας θυμώσεις τώρα από εκεί που είσαι, γιατί είναι δύσκολο να επανορθώσεις με κανένα τσιπουράκι. Περνάμε δύσκολες μέρες. Στατιστικές, κρούσματα, αναπνευστήρες, μάσκες, αντισηπτικά, αδιέξοδο στα πεπερασμένα συστήματα υγείας, άνθρωποι αφημένοι στη μοίρα τους και νεκροί, μάλιστα νεκροί. Δεν συνηθίζονται αυτά. Μπερδευτήκαμε καπετάνιε, αλλά δεν θα ξεχάσουμε το δημιούργημα σου. Θα το προστατεύσουμε το δημιούργημα σου, τον έρωτα σου, το είναι σου. Ο μικρασιατικός σύλλογος δεν θα γίνει πρόσφυγας στον τόπο του.
Εδώ θα παραμείνουμε, δε θα φύγει κανείς, Καπετάνιε! Εδώ, να φυλάμε τα πεζούλια που μας άφησες! Θα μοιραστούμε αν χρειαστεί ακόμη και τη φτώχια μας, την ανάγκη, την οργή μας, μα δεν θα εγκαταλείψουμε. Γι’ αυτό. «από πείσμα και τρέλα θα ζω / σε τούτη τη χώρα (συνοικία) / ώσπου να βρω νερό| γιατί ανήκω εδώ…
Σπύρος Τζόκας
Πανεπιστημιακός- συγγραφέας