ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΣΑΡΡΗΚΩΣΤΑ – Ο ΔΙΑΣΗΜΟΣ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΙΩΤΗΣ ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΕΡ ΣΤΗΝ «Ε»

0Shares

«Πως κατέγραψα τη στιγμή της εισβολής του τανκ στο Πολυτεχνείο»

«Αυτά που έμαθα μέσα από τη δουλειά δεν θα τα μάθαινα σε κανένα Πανεπιστήμιο του κόσμου».

Η ζωή του, γεμάτη περιπέτειες και αμέτρητες φωτογραφίες, θυμίζει μυθιστόρημα. Η ιστορική φωτογραφία του Αριστοτέλη Σαρρηκώστα, του μοναδικού φωτορεπόρτερ που κατάφερε να απαθανατίσει τη στιγμή της εισόδου του τανκ στο Πολυτεχνείο, μαζί με το φιλμάκι των μόλις 35 δευτερολέπτων του ολλανδού οπερατέρ Άλμπερτ Κουράντ, αποτέλεσαν τα αδιάσειστα ντοκουμέντα για τη διάψευση των αρχικών δηλώσεων της αστυνομίας ότι στις 17 Νοεμβρίου 1973, «στο Πολυτεχνείο δεν συνέβη το παραμικρό».

Γεννήθηκε το 1937 και έζησε στην Καισαριανή. Δύσκολα παιδικά χρόνια εν μέσω Κατοχής και Εμφυλίου σημάδεψαν την οικογένειά του. Ο πατέρας του πέθανε κατά τη διάρκεια του λιμού του 1941 αφήνοντας τη μητέρα να μεγαλώνει έξι παιδιά.

Ποια είναι η σχέση σας με την Καισαριανή;

Οι γονείς μου ήταν Μικρασιάτες, μητέρα Σμυρνιά και πατέρας Μπουτζαλής, «πρόσφυγες του ‘22».

Μέναμε η μητέρα μου, έξι αδέλφια (4 κορίτσια και δύο αγόρια) σε ένα γωνιακό χαμηλό προσφυγικό σπιτάκι με ένα δωμάτιο, με κουζίνα και μπανάκι στην οδό Ευαγγελικής Σχολής 2. Στο συγκεκριμένο σπίτι έμεινα μέχρι το 1967, που παντρεύτηκα και μετακόμισα στο Παγκράτι. Στη θέση του σπιτιού σήμερα υπάρχει πολυκατοικία αλλά πολλές φορές έχω επιστρέψει στη συγκεκριμένη γωνία μόνο και μόνο για να αναπολήσω αναμνήσεις.

Πολύ πριν αρχίσω να ενδιαφέρομαι για τη φωτογραφία, τις πρώτες οικογενειακές μας φωτογραφίες τράβηξε ο Φασκιώτης, πατέρας του σημερινού αντιδημάρχου και φωτογράφου Καισαριανής.

Έπαιζα ποδόσφαιρο στα Τσίκο του Εθνικού Αστέρα. Είχα προπονητή τον Γάσπαρη, πρώην παίκτη της ΑΕΚ. Μετά έπαιξα και με τον Απόλλωνα. Σήμερα, αν και μένω στη Γλυφάδα έχω ακόμα συγγενείς και παιδικούς φίλους στην Καισαριανή. Η αδελφή μου μένει κοντά στο Σκοπευτήριο. Οι Γοβατζαίοι είναι ανίψια μου. Το μέρος όπου γεννιέσαι δεν το ξεχνάς όσα χρόνια και αν περάσουν. Για μένα η Καισαριανή ήταν, είναι και θα παραμείνει ο τόπος που γεννήθηκα. Οι παιδικοί φίλοι είναι οι καλύτεροι φίλοι.

Μεταναστεύσατε στο εξωτερικό σε πολύ μικρή ηλικία;

Πολύ πριν γυρίσω τον κόσμο ως φωτορεπόρτερ, άρχισε να μου στροβιλίζει η ιδέα να ξενιτευτώ. Επέλεξα τη Βραζιλία γιατί εκεί έμενε η αδελφή της μητέρας μου, η όποια μας έγραφε ότι περνάνε αρκετά καλά. Η μητέρα συναίνεσε στο ταξίδι αυτό με την επιμονή μου και τη διαβεβαίωση της αδελφής της, που ζούσε στην Κουριτίμπα του Παρανά, ότι θα είχα ένα καλύτερο μέλλον εκεί. Ταξίδεψα με πλοίο, σε ηλικία 15 ετών το 1954. Ο γαμπρός μου Μανώλης ήταν επιπλοποιός. Στη Βραζιλία δούλεψα στην οικογενειακή επιχείρηση. Μέσα σε έξι μήνες είχα μάθει πορτογαλικά και έκανα πωλήσεις επίπλων σε πλούσια σπίτια. Όμως ξύπνησε μέσα μου η επιθυμία να πάω στην Αμερική. Το 1956, έπεισα τον καπετάνιο ενός ελληνικού πλοίου να με πάρει ως ναύτη, εργαζόμενος στο μηχανοστάσιο και έτσι μπόρεσα να περάσω λαθραία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Πίστευα ότι η δουλειά εκεί αναγνωρίζεται και ότι προσφέρονταν περισσότερες δυνατότητες για εξέλιξη από οποιαδήποτε άλλο μέρος. Βρήκα ανθρώπους πρόθυμους να με βοηθήσουν. Το 1959 όμως επέστρεψα στην Ελλάδα προκειμένου να υπηρετήσω τη στρατιωτική μου θητεία.

Πως γίνατε φωτορεπόρτερ;

Η μητέρα μου δεν ήθελε να ξαναφύγω από την Ελλάδα και παρακάλεσε τον Κλεισθένη Δασκαλάκο, φωτορεπόρτερ και γείτονα μας να με πάρει στη δουλειά του. Το πρώτο πράγμα που έμαθα ήταν να εμφανίζω τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες στο σκοτεινό θάλαμο. Κάτι μέσα μου έκανε ένα δυνατό κλικ. Είχα καλή εξέλιξη στη δουλειά. Μου έδωσαν μια φωτογραφική μηχανή Rolley Flex. Πήγαινα για ρεπορτάζ με τον Λιάνη, τον Κακαουνάκη και τον Δημάρα, που τότε ήταν νέα παιδιά. Η Ένωση ήταν το πρώτο φωτογραφικό πρακτορείο της Αθήνας. Ήταν πέντε οι συνέταιροι στο γραφείο της «Ένωσης», ο καθένας από αυτούς είχε τον δικό του τομέα φωτογράφησης.  Ο Κλεισθένης ο Δασκαλάκος είχε τον καλλιτεχνικό τομέα. Ήταν ο προσωπικός φωτογράφος της Αλίκης Βουγιουκλάκη.

Στο διάστημα που ήμουν στην ‘Ένωση είχαμε επαφές και πολύ καλή συνεργασία με το Αμερικάνικο πρακτορείο Associated Press (A.P.). Όταν ο διευθυντής του πρακτορείου Phil Dopoulos μου πρότεινε να εργαστώ αποκλειστικά γι’ αυτούς, μου προσέφερε αμέσως τα διπλά χρήματα. Έτσι, έχοντας εξασφαλίσει και τη συγκατάθεση των προηγούμενων εργοδοτών μου βρέθηκα να δουλεύω στο A.P.

Έδωσα πολλά από τον εαυτό μου αλλά έμαθα και πολλά. Με το επάγγελμα του φωτορεπόρτερ έχω γυρίσει όλο τον κόσμο. Νομίζω ότι αυτά που έμαθα μέσα από τη δουλειά δεν θα τα μάθαινα σε κανένα Πανεπιστήμιο του κόσμου.

Πόσο εύκολο ήταν να δουλέψετε επί Χούντας;

Προσπαθούσαμε να κάνουμε το καθήκον μας ως επαγγελματίες και παράλληλα όσο μπορούσαμε να μην προκαλούμε με τη στάση μας, πράγμα καθόλου εύκολο γιατί πολλές φορές άλλα έλεγε η λογική και άλλα μας υπαγόρευαν τα συναισθήματά μας.

Στην πρώτη χουντική κυβέρνηση το υπουργείο Τύπου ανέλαβε ο ίδιος ο Γεώργιος Παπαδόπουλος. Τις πρώτες ημέρες της δικτατορίας, τον επισκέφτηκε ενας Αμερικάνος ναύαρχος. Υπεύθυνος διευθυντής του γραφείου του ήταν ο Ηλίας Μαλάτος, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Βραδινή», ο όποιος σκέφτηκε ότι έπρεπε να στείλει μια φωτογραφία στις αμερικάνικες εφημερίδες. Ο φωτορεπόρτερ Λεωνίδας Φλώρος του πρότεινε έμενα.

Τους φωτογραφίσαμε όρθιους, καθιστούς, να κάνουν χειραψία, κάναμε μεταβολή και βγήκαμε στο διπλανό γραφείο του Ηλία Μαλάτου. Αφού τον ευχαρίστησα, προχώρησα προς την έξοδο. Εκείνη τη στιγμή με σταματάει και μου λέει «κ. Σαρρηκώστα, θέλω, σας παρακαλώ πολύ, να εμφανίσετε το φιλμ  σας και να φέρετε τις φωτογραφίες εδώ να σας υποδείξω ποια θα στείλετε».

Ξαφνιάστηκα γιατί δεν περίμενα να ακούσω κάτι τέτοιο και απαντώ «Μισό λεπτό, δεν σας κατάλαβα, τι θέλετε να πείτε» και εκείνος μου επαναλαμβάνει τα ίδια. Τότε σηκώνω τη φωτογραφική μου μηχανή, γυρίζω το φιλμ πίσω στο καρούλι, -τότε όλα ήταν «manual», δεν υπήρχαν οι «digital» μηχανές- και βγάζοντάς το του το δίνω λέγοντας «Ορίστε, πάρτε το φιλμ κι αν δεν μου έχετε εμπιστοσύνη, να μη με ξαναφωνάξετε. Αν νομίζετε ότι θα έστελνα μια κακή φωτογραφία, κάνετε μεγάλος λάθος, γιατί πάνω απ΄όλα είμαι επαγγελματίας και θα διαλέξω την καλύτερη, είτε μου αρέσει είτε όχι». Μετά από αυτό ο Μαλάτος με κοίταξε μέσα από τα άσπρα του γυαλιά στα μάτια και μου λέει «Εντάξει, σου έχω εμπιστοσύνη, πάρε το φιλμ και μου στείλε όποια εσύ νομίζεις».

Από τότε με φώναζε συνεχώς  και πήγαινα στο γραφείο του Παπαδόπουλου σε κάθε εκδήλωση που χρειάζονταν να έχει πρόσβαση στις ξένες εφημερίδες μέχρι το τέλος.

Πως καταφέρατε να τραβήξετε τις φωτογραφίες από την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο; Δεν φοβηθήκατε τις συνέπειες, τη στιγμή που είχε απαγορευτεί η κυκλοφορία και ελεύθεροι σκοπευτές πυροβολούσαν διαδηλωτές;

Εκείνες τις ημέρες η γενική ατμόσφαιρα στην Αθήνα ήταν ένα καζάνι που έβραζε. Όπως όλοι οι συνάδελφοι, έτσι και εγώ φωτογράφιζα όλη μέρα τα γεγονότα, γιατί ήταν προβοκάτσια να πας όταν νύχτωνε και να τραβήξεις με φλας τον αστυνομικό που χτυπά κάποιο. Εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα είχα τραβήξει ξυλοδαρμούς, κυνηγητό, καπνογόνα, λεωφορεία να γεμίζουν με κόσμο, συλλήψεις, ματωμένα κεφάλια, αστυνομικούς να μπαίνουν στα λεωφορεία και στα τρόλεϊ και να χτυπούν ανηλεώς οποιονδήποτε ήταν μέσα για να μην κατέβουν προς το Πολυτεχνείο.

Ο κόσμος κατέβαινε ακόμη κι αν είχαν διακόψει την κυκλοφορία. Το γραφείο μας ήταν στην Ακαδημίας 27 και αφού έστελνα φωτογραφίες στο εξωτερικό γύρω στις 21: 30 άκουσα έναν θόρυβο και ειδοποίησα τον διευθυντή μου. Εκείνος είπε επί λέξει «Shit man, there are tanks!». Ήταν οι ερπύστριες. Μου είπε «πάρε τις μηχανές και τρέχα» και του απάντησα «βεβαίως αλλά ποιος θα γράψει το στόρι;»

Κατεβήκαμε κάτω, μπήκαμε σε μια Jaguar που είχε εκείνος με αγγλικές πινακίδες και κατεβήκαμε την Αμερικής, μέχρι που πέσαμε πάνω στη φάλαγγα. Βρήκαμε έναν χώρο, μπήκαμε μέσα και ήταν η μόνη περίπτωση να φτάσουμε στο Πολυτεχνείο. Στο πανεπιστήμιο μπροστά μας πλησίασε ένα αστυνομικό αυτοκίνητο και με την απειλή περιστρόφου μας είπε «τσακιστείτε φύγετε». Ο διευθυντής μου τρόμαξε και εγώ κατεβάζω το παράθυρο και κάνω στον αστυνομικό νόημα να σωπάσει, οπότε μας πέρασε για ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών.

Φτάσαμε Πατησίων και Στουρνάρη, ήταν γύρω στα 8-10 τανκς. Το μεγάλο τανκ ήταν στην είσοδο του Πολυτεχνείου. Όλα είχαν τους προβολείς και αυτό ήταν καλό γιατί τραβούσα χωρίς φλας φυσικά. Μέσα από την πύλη γινόταν ο χαμός. Το ραδιόφωνο είχε τα γνωστά συνθήματα «Είμαστε άοπλοι, είμαστε αδέλφια». Μέσα ήταν γεμάτο. Στην Πατησίων δεν υπήρχε ψυχή. Από εκεί άρχισα να τραβάω δειλά δειλά φωτογραφίες. Ήρθε ένας αστυνομικός και με ρώτησε τι κάνω. Εγώ του απαντώ με αστυνομικό ύφος ότι ήρθα να τραβήξω μερικές φωτογραφίες και το μόνο που μου είπε ήταν να κάτσω εκεί για να με βλέπει. Όλοι οι αστυνομικοί υπέθεσαν ότι ήμουν υπό την προστασία του. Τα μεσάνυχτα έδιωξα τον διευθυντή μου να πάει στο γραφείο με τα πρώτα φιλμ. Στις 3 τα ξημερώματα έγινε η εισβολή και έριξαν την πύλη.

Οι φοιτητές είχαν βάλει μία Μερσεντές πίσω από τα σίδερα της εισόδου, για ασπίδα. Αυτοί πρόλαβαν να βγουν και να φύγουν, πρόλαβαν να γλυτώσουν από το πάτημα του τεράστιου άρματος; Αυτό το ερώτημα με βασανίζει μέχρι και σήμερα. Τις επόμενες ημέρες η κυβέρνηση μιλούσε επίσημα για 19 νεκρούς κατά τη διάρκεια των γεγονότων και η κοινή γνώμη για πολύ περισσότερους.

Μόλις, το τανκ, άνοιξε τον δρόμο μπήκαν μέσα οι αστυνομικοί και οι λοκατζίδες. Σειρήνες βούιζαν καθόλη τη διάρκεια της εισβολής και επίσης άκουσα πάρα πολλούς πυροβολισμούς. Για να έχω μία καλύτερη εικόνα πήγα στο μέσον της οδού Πατησίων. Υπάρχει μία φωτογραφία που δείχνει το μισό τανκ μέσα και το μισό τανκ έξω. Είναι η μόνη φωτογραφία που το δείχνει αυτό: ότι ήταν μέσα δηλαδή! Τράβηξα δύο, τρία καρέ τρέχοντας, είναι και λίγο κουνημένες. Τότε δύο αστυνομικοί ήρθαν κατά πάνω μου με καδρόνια. Προσπάθησαν να μου χτυπήσουν το κεφάλι αλλά το απέφυγα. Έκανα μεταβολή και έφυγα ζικ ζακ γιατί ο ένας πήγε να βγάλει το περίστροφο. Έτσι με αυτόν τον τρόπο σώθηκαν οι φωτογραφίες. Αυτή, είναι η ιστορία του Πολυτεχνείου για εμένα.

17 Νοέμβρη 1973, το τανκ μπροστά στην πύλη του πολυτεχνείου, λίγο πριν την εισβολή.

Ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας με τον Καισαριανιώτη φωτογράφο και θαυμαστή του, Γιάννη Γκογκόπουλο, στην πρόσφατη έκθεση φωτογραφίας για την επέτειο του Πολυτεχνείου στο δημαρχείο Καισαριανής.

 

To transmiter MURHED, μηχάνημα για την αναμετάδοση των φωτογραφιών μέσω τηλεφωνικών γραμμών. Ο Αρ. Σαρρηκώστας το χρησιμοποίησε για πρώτη φορά το 1965 για να στείλει  φωτογραφίες στο εξωτερικό